29/05/2010

David Nicholls – One Day

Ένα από τα καλύτερα βιβλία που έχω διαβάσει τα τελευταία χρόνια και μία από τις πιο υπέροχες ιστορίες αγάπης που έχω διαβάσει στη ζωή μου, το One Day του Νίκολς μας διηγείται το εικοσαετές ρομάντσο δύο ανθρώπων που συναντήθηκαν στο πανεπιστήμιο και δεν κατάφεραν να ζήσουν μαζί παρά για πολύ λίγο και πολύ αργά.

Όπως και στο βιβλίο του Άλμπομ στο οποίο αναφέρθηκα προηγουμένως, ο συγγραφέας χρησιμοποιεί μία σημαδιακή μέρα σαν όχημα για τη διήγησή του: τους συναντάμε για είκοσι χρόνια στις 15 κάθε Ιούλη, την ημερομηνία δηλαδή που πρωτοσυνέβηκε κάτι μεταξύ τους.

Ο Ντέξτερ έχει την αυτοπεποίθηση με την οποία τείνει να εφοδιάζει τα παιδιά της η ευκατάστατη μεγαλοαστική τάξη την οποία μεταφράζει όχι μόνο σε γοητεία, αλλά και σε ένα εύκολο άλμα στην επαγγελματική επιτυχία. Η Έμμα έρχεται από την αντίπερα όχθη και είναι φορτωμένη με όλα τα κόμπλεξ των επαρχιωτών μικροαστών παρά το γεγονός ότι είναι άριστη φοιτήτρια, ελκυστική και έξυπνη – πολύ απλά της λείπει η αυτοπεποίθηση. Έτσι παρά το εξαιρετικό της πτυχίο το μονοπάτι της ζωής της επιφυλάσσει ένα σωρό εμπόδια. Όμως όλα στη ζωή πληρώνονται, τόσο ο κόπος όσο και η φυγοπονία….

Η διήγηση είναι γεμάτη χιούμορ και μας ταξιδεύει μέσα από τις μεταλλάξεις της Βρετανικής κοινωνίας τις τελευταία είκοσι χρόνια – οποιοσδήποτε έχει περάσει κάποιο διάστημα στη Βρετανία αυτή την περίοδο σίγουρα θα αναγνωρίσει πολλά και θα ταυτιστεί με αρκετά.

Όμως το πιο σημαντικό είναι πως στο τέλος του βιβλίου, όπως επισημαίνει και ο Τζόναθαν Κόου στο οπισθόφυλλο, «αφήνεις το βιβλίο πραγματικά με την ψευδαίσθηση ότι σου έχουν γίνει (οι πρωταγωνιστές εννοεί) τόσο οικείοι όσο οι στενότεροί σου φίλοι. Εγώ πάντως συγκινήθηκα, έκλαψα και μπορώ να σκεφτώ πολύ λίγους που δεν θα κάνουν το ίδιο.

Η μετάφορά του σε ταινία στο άμεσο μέλλον είναι μάλλον αναπόφευτκη!


Ένα από τα καλύτερα βιβλία που έχω διαβάσει τα τελευταία χρόνια και μία από τις πιο υπέροχες ιστορίες αγάπης που έχω διαβάσει στη ζωή μου, το One Day του Νίκολς μας διηγείται το εικοσαετές ρομάντσο δύο ανθρώπων που συναντήθηκαν στο πανεπιστήμιο και δεν κατάφεραν να ζήσουν μαζί παρά για πολύ λίγο και πολύ αργά.

Όπως και στο βιβλίο του Άλμπομ στο οποίο αναφέρθηκα προηγουμένως, ο συγγραφέας χρησιμοποιεί μία σημαδιακή μέρα σαν όχημα για τη διήγησή του: τους συναντάμε για είκοσι χρόνια στις 15 κάθε Ιούλη, την ημερομηνία δηλαδή που πρωτοσυνέβηκε κάτι μεταξύ τους.

Ο Ντέξτερ έχει την αυτοπεποίθηση με την οποία τείνει να εφοδιάζει τα παιδιά της η ευκατάστατη μεγαλοαστική τάξη την οποία μεταφράζει όχι μόνο σε γοητεία, αλλά και σε ένα εύκολο άλμα στην επαγγελματική επιτυχία. Η Έμμα έρχεται από την αντίπερα όχθη και είναι φορτωμένη με όλα τα κόμπλεξ των επαρχιωτών μικροαστών παρά το γεγονός ότι είναι άριστη φοιτήτρια, ελκυστική και έξυπνη – πολύ απλά της λείπει η αυτοπεποίθηση. Έτσι παρά το εξαιρετικό της πτυχίο το μονοπάτι της ζωής της επιφυλάσσει ένα σωρό εμπόδια. Όμως όλα στη ζωή πληρώνονται, τόσο ο κόπος όσο και η φυγοπονία….

Η διήγηση είναι γεμάτη χιούμορ και μας ταξιδεύει μέσα από τις μεταλλάξεις της Βρετανικής κοινωνίας τις τελευταία είκοσι χρόνια – οποιοσδήποτε έχει περάσει κάποιο διάστημα στη Βρετανία αυτή την περίοδο σίγουρα θα αναγνωρίσει πολλά και θα ταυτιστεί με αρκετά.

Όμως το πιο σημαντικό είναι πως στο τέλος του βιβλίου, όπως επισημαίνει και ο Τζόναθαν Κόου στο οπισθόφυλλο, «αφήνεις το βιβλίο πραγματικά με την ψευδαίσθηση ότι σου έχουν γίνει (οι πρωταγωνιστές εννοεί) τόσο οικείοι όσο οι στενότεροί σου φίλοι. Εγώ πάντως συγκινήθηκα, έκλαψα και μπορώ να σκεφτώ πολύ λίγους που δεν θα κάνουν το ίδιο.

28/05/2010

Mitch Albom – the five people you meet in heaven



Όταν ένα ηλικιωμένος ανάπηρος πολέμου πεθαίνει του πάει στον παράδεισο και συναντά πέντε άτομα που έπαιξαν ρόλο στη ζωή του και του εξηγούν το νόημα της ύπαρξής του στην μεγάλη αλυσίδα της ζωής.

Η ιστορία εξελίσσεται μέσα από μία αναδρομή στα γενέθλια του 83-χρονου Έντι που εναλλάσσεται και συναντιέται με τις πέντε συναντήσεις του στον παράδεισο και τα γεγονότα που περιστρέφονται γύρω από το θάνατό του.

Διάχυτη στο βιβλίο είναι η νοσταλγία και η αγάπη για τα παρακμάζοντα αμερικανικά amusement parks – τα δικά μας Λούνα Πάρκ- και τις κατά καιρούς μεταλλάξεις τους ενώ διακριτικό αλλά ισχυρό – χωρίς ποτέ να γίνεται ηθικοπλαστικό- είναι και το αντιπολεμικό του μήνυμα.

Ένα υπέροχο, μικρό μυθιστόρημα, γεμάτο συναισθήματα, που πούλησε σαν τρελό στις ΗΠΑ και σου δίνει κουράγιο να συνεχίσεις όπου και αν έχεις καταλήξει στη ζωή σου.

27/05/2010

Nick Hornby – Juliet, Naked



Και πάλι έχω περιοριστεί στις επαναλήψεις και έτσι τα τρία βιβλία που διάβασα στο πρόσφατο, σύντομο, ταξίδι μας ήταν σαν να ανέβηκα για ανάσα. Πρώτο το τελευταίο του Χόρνμπι που διάλεξα στο αεροδρόμιο γιατί απλούστατα μου αρέσει η ανάλαφρη γραφή του και η ενασχόλησή του με τις σύγχρονες σχέσεις καθημερινών ανθρώπων, αλλά και γιατί κάποτε έμενα στην ίδια γειτονιά με αυτόν και μπορούσα να ταυτιστώ με τα Λονδινο-κεντρικά θέματα που επέλεγε.

Έχω διαβάσει τα περισσότερα βιβλία του λοιπόν αλλά αυτό είναι σίγουρα αυτό που μου άρεσε περισσότερο! Το βιβλίο ασχολείται με την ιστορία ενός ξεψυχισμένου ζευγαριού που κατοικεί σε μία βρετανική λουτρόπολη που εδώ και δεκαετίες έχει πέσει σε παρακμή αλλά και του ήρωα του αρσενικού, ενός ξεπεσμένου και αποτραβηγμένου από τη δημοσιότητα μουσικού με τον οποίο έχει πραγματικά ψύχωση παρά το γεγονός ότι η τελευταία δουλειά του κυκλοφόρησε δύο δεκαετίες νωρίτερα. Όλοι έχουν ξεμακρύνει από τους στόχους που είχαν σαν εικοσάχρονοι θέσει στους εαυτούς τους, τα όνειρα που έκαναν για το μέλλον έχουν διαψευσθεί και πρέπει ενδεχομένως να επιλέξουν ή να μάθουν να ζουν με την κατάσταση ως έχει ή να πάρουν κάποια πρωτοβουλία, να ρίξουν ένα βότσαλο στη λίμνη.

Αν και έχει πλέον ξεφύγει από τη λονδρέζικη θεματολογία ο Χόρνμπι εξακολουθεί να επικεντρώνεται στη δυναμική των ανθρώπινων σχέσεων. Μέσα από αυτές προχωρά και εξερευνά ευρύτερα και ίσως πιο φιλοσοφικά θέματα που άπτονται όμως της καθημερινότητάς μας, όπως γιατί μας αρέσει η τέχνη που μας αρέσει, τι είναι αυτό που συνιστά και ικανοποιεί μία εμμονή, πώς το ίντερνετ έχει ταϊσει αυτές τις εμμονές, τι μπορούμε λογικά να περιμένουμε από τους εαυτούς μας αλλά και σε τι θα πρέπει να σκοπεύσουμε όταν έχουμε ξεπεράσει – με τον ένα ή τον άλλο τρόπο - τους στόχους που είχαμε θέσει στην αφελή μας νιότη.

Ενώ παλιά οι κεντρικοί του χαρακτήρες ήταν άνδρες και τα άμεσα ενδιαφέροντά τους, όπως το ποδόσφαιρο, αποτελούσαν τη ραχοκοκαλιά των γραπτών του ο Χόρνμπι πλέον έχει ωριμάσει όπως επίσης και οι γυνακείοι του χαρακτήρες που έχουν βαθύνει και έρθει και αυτοί στο προσκήνιο - σταθέρή εμμονή του ίδιου του συγγραφέα παραμένει η μουσική. Μάλιστα Annie είναι πολύ καλύτερα ανεπτυγμένη σε σχέση με την πρωταγωνίστρια του How to Be Good. Επιπλέον και οι γεωγραφικοί ορίζοντες του Χόρνμπι έχουν ανοίξει με αποτέλεσμα το βιβλίο να κινείται με εξαιρετική άνεση μεταξύ ΗΠΑ, επαρχιακής Βρετανίας και μητροπολιτικού Λονδίνου.

Το μόνο που ίσως δεν μου κάθεται είναι η βεβιασμένη ελαφρότητα την οποία θεωρεί απαραίτητη να προσθέσει - ίσως γιατί δεν θέλει να αποκοπεί από τις ρίζες του;- μέσα από την καρικατούρα του ψυχιάτρου αλλά σε γενικές γραμμές, είναι βαθύ και ταυτόχρονα ανάλαφρο, ένα σούπερ ανάγνωσμα για το φετινό καλοκαίρι.